Η πρόσοψη του Ναού |
Eνα μοναδικό μνημείο σε μια πολύπαθη περιοχή. Ο Άγιος
Κωνσταντίνος στην Ομόνοια. Μια περιοχή όπου τα τελευταία χρόνια
εξελίσσεται ένα ασταμάτητο ανακάτεμα από
ανθρώπους, φυλές, κουλτούρες και υποκουλτούρες.
Ο ναός των
Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης κτίστηκε με πρωτοβουλία του Δήμου Αθηναίων
προκειμένου να τιμηθεί η γέννηση του διαδόχου Κωνσταντίνου, γιου του βασιλικού
ζεύγους Γεωργίου και Όλγας το 1868 , σε μια εποχή που η μικρή Αθήνα προσπαθούσε
να μεταμορφωθεί σιγά-σιγά σε ευρωπαϊκή πόλη με τον νεοκλασικισμό να αποτελεί
κυρίαρχο αρχιτεκτονικό ιδίωμα τη στιγμή που στο πολιτικό πεδίο κυριαρχούσε η
Μεγάλη Ιδέα της επέκτασης της Ελλάδας σε περιοχές με ελληνικούς πληθυσμούς οι
οποίοι την εποχή αυτή βρίσκονται υπό ξένη κατοχή.
Η παλιά
αθηναϊκή συνοικία που ονομαζόταν «Γεράνι» (Κουμουνδούρου-Π. Τσαλδάρη και
Σωκράτους), δεν είχε ενοριακό ναό για πολλά χρόνια. Μόνος χώρος εκκλησιασμού
των χριστιανών της περιοχής ήταν το εκκλησάκι του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου. Μια
μέρα έτυχε να περνά η βασίλισσα Όλγα, ενώ
τελούνταν η Θεία Λειτουργία. Βλέποντας η βασίλισσα ότι οι περισσότεροι από τους
πιστούς ήταν έξω και γύρω από το μικρό εκκλησάκι, αποφάσισε να κάνει ό,τι ήταν
δυνατό για να κτιστεί ένας μεγαλοπρεπής
Ναός.
Η επίσημη
τελετή θεμελίωσης του Ναού
πραγματοποιήθηκε την Κυριακή των Βαΐων στις 19 Μαρτίου 1871. Αρχιτέκτονας του
Ναού ήταν ο Λύσανδρος Καυταντζόγλου
(1811-1885) ο οποίος σχεδίασε το Ναό να
είναι ελληνοπρεπής και να έχει το σχήμα του σταυρού. Στις 15 Δεκεμβρίου 1905, ανήμερα της εορτής του Αγίου Ελευθερίου, η βασίλισσα Όλγα συνοδευομένη από τον διάδοχο Κωνσταντίνο και την σύζυγό του πριγκίπισσα Σοφία, παρέστη στα εγκαίνια του Ιερού Ναού .
Ο κεντρικός
Ναός είναι αφιερωμένος στους Θεοστέπτους Βασιλείς και Ισαποστόλους Κωνσταντίνο
και Ελένη, η δεξιά κόγχη είναι αφιερωμένη στον Άγιο Ιωάννη Πρόδρομο, διότι ο
ναός κτίσθηκε σε οικόπεδο που ανήκε στο εξωκκλήσι, του Τιμίου Προδρόμου, ενώ η
αριστερή κόγχη είναι αφιερωμένη στον Άγιο Ελευθέριο, διότι την ημέρα των
εγκαινίων εορταζόταν ο εν λόγω ιερομάρτυς Άγιος.
Το πιο
επιβλητικό στοιχείο του μάλιστα είναι η πρόσοψή του, στην οποία συνδυάζονται
στοιχεία νεοκλασικής και αναγεννησιακής, αρχιτεκτονικής ρυθμολογίας. Ο ναός
έχει τριμερή διάταξη που αποτελείται από κρηπίδωμα, ενδιάμεση ζώνη επενδεδυμένη
με μάρμαρο και ανώτερη ζώνη. Ενδιαφέρον στοιχείο αποτελεί παράλληλα η μνημειακή
είσοδος με μορφή προπύλου με πεσσούς, κορινθιακούς ημικίονες και αετωματική
στέψη. Στο εσωτερικό του Ναού διασταυρώνονται δύο Βασιλικές: η Κωνσταντιανή και
η Ιουστινιανή, η μία με στοές και η άλλη χωρίς στοές. Ακριβώς πάνω στο
διασταύρωμα βρίσκεται ο τρούλος, ο οποίος στην εσωτερική επιφάνεια φέρει τη
μορφή του Παντοκράτορα. Έμπνευση του αρχιτέκτονα για την κατασκευή του τρούλου
υπήρξαν ο θόλος του Πανθέου της Ρώμης αλλά και η Αγία Σοφία της
Κωνσταντινουπόλεως.
Αριστερά και
δεξιά του Ναού προστέθηκαν δύο πύργοι οι οποίοι καταλήγουν σε οκτάγωνα, για να
τοποθετηθούν εκεί οι καμπάνες και τα ωρολόγια. Είναι και οι δύο όμοιοι και
ισομεγέθεις, συμβολίζοντας έτσι την αρμονία της ορθόδοξης Πολιτείας με την
Εκκλησία.
Ολόκληρος ο ναός κατασκευάστηκε από ατόφιο πεντελικό
μάρμαρο. Το ύψος του από το δάπεδο ως την κορυφή του τρούλου είναι 32 μέτρα,
ενώ το μέγεθός του υπερβαίνει τα 1.000 τ.μ. Για την ολοκλήρωση του Ναού χρειάστηκε
και η βοήθεια του απλού λαού ενώ τα τελικά έξοδα κάλυψε η Βασίλισσα Όλγα.
Εσωτερικά είναι τοιχογραφημένος και τόσο στο Ιερό όσο και στον τρούλο σώζονται
τοιχογραφίες του Αναστάσιου Λουκίδη - ο ίδιος έχει αγιογραφήσει και τον Ναό της
Ζωοδόχου Πηγής στην Αθήνα - ο οποίος εργάστηκε με βοηθούς τον Φώτη Κόντογλου
και τον Δημήτριο Δήμα.
Αξίζει να
σημειωθεί ότι στο ναό αποτυπώνονται οι
περιπέτειες της νεότερης Ελλάδας καθώς είναι εμφανείς οι φθορές από σφαίρες από
τις οδομαχίες που συνέβησαν γύρω του τον Δεκέμβρη του 1944. Επίσης το γεγονός
ότι το σχέδιο του Καυταντζόγλου δεν ήταν
του βυζαντινού και παρουσίασε ένα νέο με βάση το ντόπιο αρχαίο ελληνικό
στοιχείο· οι συνάδελφοί του το βρήκαν αποτυχημένο!
Στις 21
Δεκεμβρίου 1972 ο Ναός ανακηρύχθηκε
Διατηρητέο Μνημείο.
Υπέστη μεγάλες
καταστροφές όμως από τους δύο σεισμούς της Αθήνας, το 1981 και το 1999, οι
οποίες σε συνδυασμό με τη φυσική φθορά των υλικών προκάλεσαν σοβαρά στατικά
προβλήματα. Αποτέλεσμα αυτής της εξέλιξης ήταν να περιβληθεί ο Ναός με
σκαλωσιές και λινάτσες σε μια από τις πλέον υποβαθμισμένες περιοχές του κέντρου
για 15 χρόνια.
Η περιπλάνησή
μου στην εκκλησία αλλά και τον περιβάλλοντα χώρο μου δημιούργησε την εξής σκέψη:
Πρόκειται για μια από τις πιο όμορφες
εκκλησίες της Αθήνας, σε έναν από τους πιο εγκαταλελειμμένους δρόμους της πόλης
Έρευνα – Κείμενο – Φωτογραφίες
Γαβριήλ Μιχαλάτος
Πολιτισμολόγος Ιστορικός
Φυλλάδιο Ναού
Θ. Γιοχάλας Τ.Καφετζάκη , ΄΄ΑΘΗΝΑ – Ιχνηλατώντας την
Πόλη΄΄, εκδ. ΕΣΤΙΑΣ , Αυήνα 2014, σελ.552
Δ.Ηλιόπουλος, ΄΄Εν Αθήναις , κάποτε…΄΄, εκ. Ελληνικά
Γράμματα, Αθήνα 2000, σελ.320